Σημαντική επιβράδυνση κατέγραψε η ανοδική πορεία των τιμών των κατοικιών κατά τη διάρκεια του δεύτερου τριμήνου του έτους, ωστόσο ο ρυθμός της αύξησης παραμένει σημαντικός αν ληφθεί υπόψη ότι τη συγκεκριμένη περίοδο η οικονομία και ασφαλώς και η αγορά ακινήτων υπολειτουργούσαν λόγω των μέτρων για τον περιορισμό της πανδημίας του κορωνοϊού. Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε χθες η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), σε πανελλαδικό επίπεδο, οι τιμές πώλησης κατοικιών αυξήθηκαν κατά 4,1% κατά μέσον όρο σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2019 και έναντι αύξησης 6,6% κατά το φετινό πρώτο τρίμηνο και 7,2% για το σύνολο του 2019.
Αισθητά μεγαλύτερη ήταν η αύξηση στη μητροπολιτική περιοχή της Αθήνας, όπου η άνοδος κατά το δεύτερο τρίμηνο άγγιξε το 6,8%. Ωστόσο, κατά τους πρώτους τρεις μήνες του έτους η αύξηση είχε αγγίξει το 10,5%, ενώ αντίστοιχη ήταν η άνοδος και στο σύνολο του 2019 (10,5%), επιβεβαιώνοντας τη σημαντική ανάκαμψη της αγοράς κατοικίας. Στη Θεσσαλονίκη, η άνοδος κατά το φετινό δεύτερο τρίμηνο διαμορφώθηκε σε 4,2% έναντι αύξησης 5,3% κατά το πρώτο τρίμηνο και 6,9% για το σύνολο του 2019.
Αντιστοίχως, όπως συνηθίζεται τα τελευταία χρόνια, τα νεόδμητα ακίνητα (έως πέντε ετών) συνέχισαν να αυξάνονται σε κόστος με ρυθμό ταχύτερο των παλαιότερων διαμερισμάτων, παρότι τα τελευταία είναι εκείνα που απαρτίζουν άνω του 95% του συνολικού όγκου των αγοραπωλησιών. Σύμφωνα με την ΤτΕ, κατά το δεύτερο τρίμηνο τα νεόδμητα ενισχύθηκαν με ετήσιο ρυθμό της τάξεως του 5,4% έναντι αύξησης 3,2% των παλαιότερων κατοικιών. Αντιστοίχως, με βάση τα αναθεωρημένα στοιχεία της ΤτΕ, το φετινό πρώτο τρίμηνο οι τιμές των νεόδμητων ενισχύθηκαν κατά 7,7% έναντι 6% των παλαιών κατοικιών. Συνολικά το 2019 η άνοδος είχε διαμορφωθεί σε 7,7% για τα καινούργια και 6,9% για τα μεταχειρισμένα ακίνητα.
Πάντως, με δεδομένο ότι τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος ανέκαθεν παρουσίαζαν μια χρονική καθυστέρηση σε σχέση με τα ισχύοντα στην αγορά, εκτιμάται ότι τα επόμενα τρίμηνα θα αποτυπώνουν με μεγαλύτερη σαφήνεια την αρνητική επίδραση της πανδημίας στις τιμές των κατοικιών.
Απόντες οι ξένοι
Αλλωστε, ένα σημαντικό ποσοστό της ζήτησης απουσιάζει επί μήνες από την αγορά, καθώς οι ξένοι αγοραστές δεν μπόρεσαν να συνεχίσουν την έντονη δραστηριότητα που είχαν παρουσιάσει την προηγούμενη διετία. Η αδυναμία πολλών υποψήφιων αγοραστών να ταξιδέψουν στην Ελλάδα και να προχωρήσουν σε νέες επενδύσεις έχει στερήσει από την ελληνική κτηματαγορά τον σημαντικότερο κινητήριο μοχλό της σε επίπεδο συναλλαγών, ιδίως σε περιοχές υψηλού τουριστικού ενδιαφέροντος, τόσο στα μεγάλα αστικά κέντρα όσο και σε παραθεριστικές περιοχές. Το ίδιο ισχύει και με περιοχές μεγάλης ζήτησης για τουριστικά καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης, όπου επίσης φέτος ο όγκος των αγοραπωλησιών έχει καταρρεύσει σε σχέση με το 2019.
Σε ανάλυσή της για τις επιπτώσεις της πανδημίας στην αγορά ακινήτων, η ΤτΕ είχε επισημάνει νωρίτερα εντός του έτους ότι περιοχές όπου η ζήτηση κατοικιών είχε τροφοδοτηθεί κυρίως από ξένους επενδυτές αναμένεται να πληγούν περισσότερο στην παρούσα συγκυρία. Σύμφωνα με την ΤτΕ, βραχυπρόθεσμα εκτιμάται ότι πιέσεις θα δεχθεί η αγορά των διαμερισμάτων, ειδικά των αστικών κέντρων, κυρίως εξαιτίας της μείωσης του αγοραστικού ενδιαφέροντος για βραχυχρόνια μίσθωση με τουριστικό χαρακτήρα.
Συγκεκριμένα, οι αναλυτές της ΤτΕ ανέφεραν ότι «η παρούσα υγειονομική κρίση δημιουργεί αβεβαιότητα στην αγορά κατοικιών, καθώς το αγοραστικό ενδιαφέρον από το εξωτερικό έχει τουλάχιστον προσωρινά ανακοπεί, ενώ η αναστολή λειτουργίας των υποθηκοφυλακείων της χώρας για το διάστημα από τα μέσα Μαρτίου έως και το τέλος Απριλίου 2020 συνέβαλε στην περαιτέρω αποδυνάμωση της αγοράς».
Σε κάθε περίπτωση, το βάθος και η διάρκεια της υφιστάμενης κρίσης θα καθορίσουν εντέλει και τη μεσοπρόθεσμη πορεία των τιμών των κατοικιών. Αν, για παράδειγμα, οι ξένοι επενδυτές επιστρέψουν από το νέο έτος ή έστω κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2021, είναι εφικτή μια ταχύτερη ανάκαμψη της αγοράς. Από την άλλη πλευρά, αν η παρούσα κρίση γεννήσει σημαντικό αριθμό νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων, η παροχή ρευστότητας από το τραπεζικό σύστημα προς την αγορά ακινήτων θα περιοριστεί εκ νέου, μειώνοντας αντιστοίχως και το αγοραστικό ενδιαφέρον.
Πηγή: kathimerini.gr
www.kathimerini.gr